Φυτό |
Οικογένεια | Caprifoliaceae |
ελληνικά |
Αγιόκλημα, Αγιοκλημα, Αιγοκλημα |
Λατινικά |
Lonicera japonica Thunberg, Lonicera nigra Thunb., Lonicera japonica Thunb. ex Murray., Lonicera nigra |
μέρος του φυτού | Άνθος, Φύλλο |
|
Μή ὁμαδοποιημένες Ασθένειες & Χρήσεις |
kríoma, Αιμορραγία, Αντιβιoτικό, Αποχρεμπτικό, Αρθρίτιδα, Βακτηριοκτόνο, γrípi, Γονόρροια, Γρίπη, Διουρητικόν, Ηλίαση, Κατά τῆς γονόρροιας, Κοινό κρυολόγημα, Ἀντι-αιμορραγική, Ἀντιαιμορραγικό, Ἀντιαρθριτικό, Ἀντιβακτηριακό, Ἀντιβακτηριακός παράγων, Ἀντιβιοτικό, Ἀντιγριππικόν, Ἀντιφλεγμονώδες, Ἀντιφλεγμονώδης, Οξεία ιογενής ρινοφαρυγγίτιδα, Οξεία κορύζα, Πονοκέφαλος, Πυρετός, Σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα, Σύφιλη, Φλεγμονή, Φυματίωση |
Ἂλλες χρήσεις |
Εντομοκτόνο |
Παραδοσιακή κινέζικη ιατρική |
Παραδοσιακή κινέζικη ιατρική |
Συστατικά |
  | Αρσενικό, Ασβέστιο, Βενζαλδεΰδη, Βενζυλική αλκοόλη, Εξανικό οξύ, Κάλιο, Λουτεολίνη, Μαγγάνιο, Μαγνήσιο, Νάτριο, Πεντανικό οξύ, Σίδηρος, Τανίνη, Υδράργυρος, Υδροκυάνιο, Χαλκός, Ψευδάργυρος |
|
|