Φυτό |
ελληνικά |
Εχινάτσεα στενόφυλλη |
Λατινικά |
Echinacea angustifolia DC. |
μέρος του φυτού | Άνθος, Ρίζα |
|
Μή ὁμαδοποιημένες Ασθένειες & Χρήσεις |
AIDS, kríoma, Αιμορροΐδες, Αλλεργία, Αλλεργίες, Αμυγδαλίτιδα, Αντιβιoτικό, Βακτηριοκτόνο, Βοηθά στην πέψη, Βρογχίτιδα, γrípi, Γρίπη, Έλκος αστραγάλου, Κατά τοῦ ἀποστήματος, Κοινό κρυολόγημα, Κοκκύτης, Ἀλλεργία, Ἀλλεργικές ασθένειες, Ἀλλοιώτικος, Λοίμωξη, Ἀντι-AIDS, Ἀντι-αιμορροϊδικόν, Ἀντι-αλλεργικό, Ἀντιβακτηριακό, Ἀντιβακτηριακός παράγων, Ἀντιβιοτικό, Ἀντι-βρογχικό, Ἀντιγριππικόν, Ἀντιερπετικον, Ἀντιφλεγμονώδες, Ἀντιφλεγμονώδης, Οξεία ιογενής ρινοφαρυγγίτιδα, Οξεία κορύζα, Ἀπόστημα, Ἀποστήματα, Σύνδρομο επίκτητης ανοσοανεπάρκειας, Φλεγμονή, Ψωρίαση |
Καρκίνος |
Καρκίνος, Ἀντικαρκινικόν, Ἀντι-καρκινογόνο |
Συστατικά |
  | Αιθέριο έλαιο, Ζάχαρη, Κουερσετίνη, Λιπαρό οξύ, Λουτεολίνη, Πολυσακχαρίτης, Ρητίνη, Υδρογονάνθρακες |
|
|