Φυτό |
ελληνικά |
Φασόλι, Φασίολος ο κοινός, Φασολιά |
Λατινικά |
Phaseolus vulgaris Linn., Phaseolus aborigineus BURKART, Phaseolus multiflorus Willd., Phaseolus vulgaris, Phaseolus aborigineus, Phaseolus multiflorus |
μέρος του φυτού | Σπόρος |
|
Μή ὁμαδοποιημένες Ασθένειες & Χρήσεις |
Αέρια εντέρου, Ακμή, Αναιμία, Αντιδιαβητική δραστηριότητα, Αρτηριακή υπέρταση, Βοηθά στην πέψη, Διαβήτης, Διουρητικόν, Έκζεμα, Ισχιαλγία, Ἀκμή, Ἀναιμία, Νεύρωση, Ἀντι-ακμή, Ἀντιανεμικό, Ἀντιδιαβητικός, Ἀντιεκζεμικό, Ἀντιμυκητικόν, Ἀντιμυκητικός παράγων, Ἀντι-οίδημα, Ἀντι-υπερτασικά, Οίδημα, Ουρική αρθρίτιδα, Πέτρα στα νεφρά, Ρυθμίζει τον διαβήτη, Συγκυρίες του ήπατος, Συσσώρευση νερού |
Καρκίνος |
Καρκίνος, Ἀντικαρκινικόν, Ἀντι-καρκινογόνο |
Ἂλλες χρήσεις |
Ναρκωτικό |
Παραδοσιακή κινέζικη ιατρική |
Παραδοσιακή κινέζικη ιατρική |
Συστατικά |
  | Αλκαλοειδή, Αμινοξέα, Ασβέστιο, Ασπαραγίνη, Βιταμίνη B, Βιταμίνη C, Ζάχαρη, Κάλιο, Κυτταρίνη, Νορεπινεφρίνη, Πρωτεΐνη, Σίδηρος, Τυροσίνη, Υδροκυάνιο, Φωσφόρος |
|
|