Φυτό |
Οικογένεια | Moraceae |
ελληνικά |
Βαβατσινιά, Μαύρη μουριά, Μουριά η μαύρη, Μουρια, Μουρνια, Συκαμιά |
Λατινικά |
Morus nigra L., Morus niger |
μέρος του φυτού | Βλαστοί, Καρπός, Καρπός, Καρπός, Καρπός, Καρπός, Καρπός, Καρπός, Καρπός, Καρπός, Καρπός, Καρπός, Ρίζα, Φύλλο |
|
Μή ὁμαδοποιημένες Ασθένειες & Χρήσεις |
Αμυγδαλίτιδα, Αντιδιαβητική δραστηριότητα, Αντιελμινθικό, Αντιοξειδωτικά, Αποχρεμπτικό, Βακτηριοκτόνο, Βήχας, Διαβήτης, Διουρητικόν, Έκζεμα, Λοίμωξη, Ἀνθεκτικόν, Ἀνθελμινθικά, Ἀνθελμινθικό, Ἀντιβακτηριακό, Ἀντιβακτηριακός παράγων, Ἀντιδιαβητικός, Ἀντιεκζεμικό, Ἀντιελμινθικά, Ἀντιελμινικό, Ἀντιελμιτικό, Ἀντι-καταρρoϊκόν, Ἀντι-οίδημα, Ἀντιφλεγμονώδες, Ἀντιφλεγμονώδης, Οίδημα, Ουλίτιδα, Παχυσαρκία, Πυρετός, Υπερχοληστερολαιμία, Φλεγμονή |
Συστατικά |
  | Αμινοξέα, Ασκορβικό οξύ, Βιταμίνη C, Γλυκόζη, Λιπαρό οξύ, Μηλικό οξύ, Πηκτίνη, Τανίνη, Φλαβονοειδή, Φρουκτόζη |
|
|